Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

Όταν το μυστήριο πεθάνει


Όσο κρατήσει το μυστήριο θα κρατήσεις κι εσύ.
Όταν το μυστήριο χαθεί, θα έχεις πια χαθεί μαζί του θησαυρέ μου.
Κατάφερες να δημιουργήσεις μια ατμόσφαιρα σε μια ψευδαίσθηση και ποιος να σε πιστέψει.
Τόσα προκαταρκτικά που πλεον όλη η προσοχή είναι πάνω σου. Και τι κατάλαβες;

Συγκεντρώσου, μην αγχώνεσαι.

Κάνε μας να χαζεύουμε να χείλη σου και να ακούμε με ανυπομονησία τα λόγιά σου.
Πείσε μας πως δεν κάνεις ταχυδακτυλουργικά, μα μαγικά.
Αν προδώσεις το κόλπο, για' σένα, θα έχει πια τελειώσει.
Θα χαθεί. Δε θα υπάρχει το μυστήριο μήτε η περιέργεια.
Θέλεις να τελειώσει;

Το ενδιαφέρον όπως αποδείχτηκε ποτέ δεν ήταν στην πραγματικότητα παρόν,
όπως άλλωστε και η εντύπωση για την κινητοποίηση της σκέψης.

Μια ζωή περιμένουμε απαντήσεις χωρίς να κάψουμε ούτε ένα κύτταρο φαιάς ουσίας και μόλις τις έχουμε, προχωράμε γι’ άλλα. Για ποια;

Άρα, αν δεν έχεις τίποτα να δείξεις εκείνη τη στιγμή, γι' αυτούς, είσαι βαρετός. 

Είσαι ανοιχτός σαν βιβλίο κι όμως κανείς δεν ξέρει να διαβάζει. 
Όσοι ξέρουν προτιμούν τις ταινίες. Αλλά για 'μενα αγαπητοί μου, ικανός μάγος είναι αυτός που έχει τα μανίκια σηκωμένα. Γιατί αν οι άσοι δεν είναι κρυμμένοι στα μανίκια, τότε πού βρίσκονται;

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2015

Μοβ


Χέρια παγωμένα, 
γεμάτα πληγές. 
Άγνωστης προέλευσης,
αγνώστου προορισμού.

Πήραν το αγαπημένο σου χρώμα.
Δε θα τα ζεστάνω ομως. 
Δε θα τα αφήσω να κοκκινίσουν.

Η ζεστασιά εκεί εξω χάνεται.

Αν θες να δεις κόκκινο, 
να ψάξεις μεσα μου.  
Έλα μέσα, είναι ζεστά εδώ.

Τα φάρμακα σου μωρό μου


Χαμένες Ημέρες Με Ετοιμόρροπους Ιστούς Αράχνης.
ΧΗΜΕΙΕΣ. Χάπια, σκόνη, βελόνες, σταγόνες και αηδίες.
Σαμποτάζ με φωτιές στα συναισθήματα.
Τώρα άραγε σε ξεγελασες;
Τώρα πια εισαι χαρούμενος;
Τι ηδονή λήστεψες, από ποιον, απο πού, και πώς τη βρήκε όλη αυτη;
Να, λίγες σταγόνες απο αυτο και θα ηρεμήσεις.
Άσπρο πάτο και το μυαλό σου "γεμάτο" κενά.
Τα δάνεια ευτυχίας πληρώνονται με τόκους που ζυγίζουν.
Χρειάζεσαι ουσίες ακομα και για να κάνεις έρωτα άνθρωπε.
Έχεις ξεχάσει να ζεις μόνος σου.
Σε νευριάζω;
Χάπια για την πίεση, γκλουπ.
Ηρεμιστικά, γκλουπ.
Αντικαταθλιπτικά, βοηθάνε αλήθεια, γκλουπ.
Το μπανιο ειναι ευθεία δεξιά.
Σταμάτα να βασανίζεις τον ίδιο σου το μυαλό.
Σταμάτα να βιάζεις τον εαυτό σου και να σε λυπάσαι.
Έπειτα να τα βάζεις με την κοινωνία για ο,τι σε ανάγκασε να κανεις.
Εθίζεσαι, ζαλίζεσαι, παραπατάς γοντατιζεις, πας να σηκωθείς και πέφτεις.
Ανοίγεις τα μάτιά σου και εισαι στο κρεβάτι και το μαξιλάρι σου βρεγμένο.
Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα ρε άχρηστε; 


Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2015

Μια πρόποση



Την προσοχή σας παρακαλώ. Θα ήθελα να κάνω μια πρόποση.
Ενας καλός λογος για μια καλη γουλιά.

Μια πρόποση για όσους άντεξαν ως εδω, και για όσους θα συνεχίσουν.
Ψηλά τα ποτήρια για τους πληγωμένους που πιστεύουν ακόμα στις αρχές τους.
Για το κρυμμένο παιδι στη γωνία εκεί, που μου χαμογελάει χωρις να λεει κουβέντα.
Για όσους προσπάθησαν μα απέτυχαν, αλλα άρχισαν απο την αρχη.
Για εκείνους που ήρθαν και έπειτα έφυγαν, επειδή έπρεπε, κι όχι γιατί το ήθελαν.
Γι΄αυτούς που ρίσκαραν τα παντα και τα έχασαν ολα, και έπειτα ξανάρχισαν να τα μαζεύουν μόνο και μόνο για να τα ξαναχάσουν.
Για ένα αγορι που μίλησε σε εκείνο το κορίτσι και ας μην τον βάσταγαν τα γόνατά του.
Για τους φοβισμένους γενναίους και την αξέχαστη βουτιά τους εκείνο το βραδυ.
Για τους τρεμάμενους εκφραζόμενους αφθεντικής γνώμης δίχως επιρροές.
Για τους ενοχλητικά αισιόδοξους παλιάτσους.
Για τους αθεράπευτα κυκλοθυμικούς που για ακόμη μια φορά μπέρδεψαν συμπεριφορές, λέξεις και πρόσωπα.

Υψώστε στα ποτήριά σας, τσουγκρίστε δυνατά να σπάσουν, και καλη τύχη μάγκες.
Η βραδιά σας ανήκει.

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

Στη Χώρα του Πάντα


Καλημέρα καλησπέρα και όνειρα γλυκά. 
Για κοιμησου δε θα πάμε μακριά.
Είναι λέει ένα δάσος κάπου στα βουνά με μιλούνια ξωτικά.
Έχουν στα χέρια πουγκιά γεμάτα φλουριά,
ανταλλαγμένα από μάγισσες για λίγα φτερά αγγέλων, 
για να τους κλέψουν λίγη ομορφιά.

Εδώ στη χώρα του Πάντα όπου η ζωή μας μετράει ψεγάδια,
τι ειναι όνειρο στα αλήθεια, ούτε στα πιο βαριά μας ξενύχτια, 
όπου η μέρα δεν ξημερώνει και το φεγγαρι με στοιχειώνει.

Άνθρωποι υπάρχουν κάνουν τους αμνούς,
κλεισμένοι σε τοίχους προσποιούνται τους θεούς.
Νεράιδες με λάμψη θαμπή, για μια ανάσα βγαίνουν, ξαναμπαίνουν. Γιατι... 

Γιατί με κομμένα φτερά πλέον περπατάνε, 
επειδή τους απαγορεύτηκε λέει να πετάνε,
μα πως γερασμένα τρολλακια ψάχνουν θησαυρούς,
ενώ ακόμα δε βρήκαν τους ίδιους τους τους εαυτούς, μ' ακούς;

Πεσμένα μήλα δαγκωμένα καταγής γιατί ο κυνηγός μας βγήκε χασικλής.

Εδώ στην χωρα του παντα όπου η ηθική μας πονάει τα βράδια, τι είναι άβυσσος στα αλήθεια, ούτε στα πιο ψυχρά μας παραμύθια, όπου το όνειρο τελειώνει και ο κάθε μύθος  σκοτώνει, βουλιάζοντας και λιώνοντας στο χιόνι.

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

Κλειδωμένος απ' έξω


Θέλω μια ταράτσα και ηλιοβασίλεμα. Όχι, μαλλον κάνε το λίγο πιο σκούρο. Πιο μωβ, ένα σύννεφο εκεί παρακαλώ. Σπάσε με μια στάλα κόκκινο το σημείο εκείνο. Κάνε την ατμόσφαιρα πιο υγρή. Αν μπορείς τώρα δώσε μου και ατομα που χαμογελάνε οταν με κοιτάνε, που έχουν ιδέες αλλα δεν τους πειράζει αν δε μιλάνε. 

Αν δεν μπορείς άσε με μόνο μου. Δώσ' μου ένα ποτήρι κρασί κι ένα τσιγάρο. Αν είναι το τελευταίο σου τότε κράτα το. Ύψωσε μου πολυκατοικίες. Θέλω να ακούσω το παιδί που μαθαίνει κιθάρα, να δω την κοπέλα να γδύνεται, να δω αυτόν που με κοιτάει και αναρωτιέται τι κοιτάω. Θέλω να δω το παιδί που πέταξε το βιβλίο των μαθηματικών στο πάτωμα και έπιασε να διαβάσει ένα άλλο κιτρινισμένο. Να δω έναν άντρα να ροχαλίζει και τη γυναίκα του να τον χαζεύει χαμογελώντας. Δώσε μου λόγους και ζωή.

Θέλω να χαζεύω. Θέλω να ειμαι μόνος μου αλλα να μην είμαι. Όμως όλα αυτα ειναι πολυτέλειες. Τα παραθυρόφυλλα των πολυκατοικιών και των ανθρώπων κατεβασμένα και εγώ ήδη εχω ζητήσει τόσες χάρες.

Ο καθένας έχει το δικό του παράδεισο κι αυτός είναι ο δικός μου. Θα σε άφηνα να μπεις αν δεν ήμουν κι εγω ο ίδιος κλειδωμένος απ’ έξω.

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

Έφαγα την ζωή με το κουτάλι



 Έβαλα την τηλεοραση δυνατά για να μην ακούω τις σκέψεις μου. Έβαλα να δώ ειδήσεις, έβρισα καθε πολιτικό και έπειτα έβαλα να δώ τούρκικο. Έσβησα το κινητο γιατι μόλις τελείωσα τη δουλειά και δεν θελω να ακουσω κανέναν πουστη που πήρε να ενδιαφερθει για εμενα. 

 Επιτελους λιγος ποιοτικός χρόνος με τον εαυτο μου και ποιος χρειάζεται άλλον; 
Η γλυκια φωνη του Τούρκου ομως διαταραχθηκε απο την μέτρια φωνη ενός εφήβου που μάλλον προσπαθούσε να κανει καντάδα για το τσόλι της πολυκατοικίας απέναντι. Δεν φώναξα γιατι ηθελα να τον μαζέψει η αστυνομία πιάνοντας τον στα πράσα που φύτεψε η πεθερά μου. 

 Δυστυχώς δεν πρόλαβα να καλέσω γιατι αργεί να ανάψει το κινητο που μόλις είχα σβήσει. Μάζεψα νερο με πάγο σε έναν κουβα και του τον πέταξα αν και ηδη ειχε αρχίσει να απομακρύνεται, λες και ηταν καμία γάτα, γιατι και οι γατες το αξίζουν ολο αυτο.

 Τελικά η αστυνομία έφτασε αλλα ηταν για εμένα. Ειχα πολυ δυνατά την τηλεόραση λένε οι μαλακές. Γέρος ανθρωπος ειμαι. Ανάγκες εχω. Λιγο σεβασμό στα γεράματα. Πάτησα τα 40, ποτε θα ηρεμήσει λιγο η ψυχη μου εμένανε;

 Οι γείτονες θα με κάρφωσαν, το ήξερα οτι ζηλεύουν την λεμονιά μου. Μου την έχουν αδειάσει, δεν εχει λεμόνι για λεμόνι πανω στο δέντρο αν και ποτε δεν ειδα να υπαρχει.
Σίγουρα θα ειναι το οκτάχρονο κακομαθημένο τους. Θα τα βάζει καθε πρωί στην σχολική του τσάντα για να μην τον δω να τα κρατάει. Έπρεπε να ειχα βάλει κάμερα. Αλλα δεν μπορώ να βάλω παντού. Μετα βίας επιβιώνω άλλωστε. 

 Αλλα αγαπητά μου παιδιά, τι να καταλάβετε εσείς τωρα. Είστε μικρά α-κομμα.
Μια μερα θα μεγαλώσετε και θα κατανοήσετε τι φωνάζω. Δεν ανυπομονείτε;
Υπομονή, υπομονή και υπομονή.

 Πωπω πείνασα. Γυναικααα, ΦΑΪ, ΤΩΡΑ.

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015

Στο Πατάρι


 Κλειδωμένος στο σπίτι λόγο της ακατάπαυστης βροχής που θα με έκανε να λιώσω, ειχα την ανάγκη να περασω την ώρα που προσαρμόζοντας την στο κλίμα που επικρατούσε. Έβγαλα την σκάλα απο την αποθήκη και την έστησα στον τοίχο.
Ηταν καιρός για μια εξερεύνηση αν και θα ηθελα να την ονομάσω επίσκεψη,
στο πατάρι.

 Άναψα την λάμπα που κρεμόταν απο το κέντρο και φώτιζε μετα βίας τον χώρο.
Οι σκονισμένες κούτες ειχαν η καθεμία απο ενα μονόγραμμα πανω.
Μια απο αυτές ειχε ενα άλφα γραμμένο, ηταν μικρότερη σε σύγκριση με τις άλλες και μου κίνησε την περιέργεια. Φύσηξα, ξεφυσηξα  και άνοιξα την κούτα.

 Μεσα της βρισκόταν ενα κουτί. 
Ενα ξύλινο κουτί ζωγραφισμένο στο χέρι με χρωματιστά λουλούδια να το αγκαλιάζουν και ηταν σκαλισμένο με την ακόλουθη φράση. 

"Θα το επαναλαμβάνω μέχρι να γίνω τέλεια"

 Ανοίγοντας το ξεπρόβαλε μια μπαλαρίνα. 
Χόρευε μπροστά σε εμένα και μπροστα στο καθρεφτάκι που βρισκόταν απο πίσω της 
κάνοντας την ιδια κίνηση ξανά και ξανά, την ιδια συνεχόμενη και αέναη στροφή, την ιδιοσυγκρασία της.

 Δεν ηταν τέλεια ομως. Φαινόταν οτι θα σκοντάψει, οτι ζαλιζοταν. Ηταν κουρασμένη και το χειρότερο ηταν οτι η μεταλλική μουσική που έβγαζε το μουσικό κουτί της στερούσε την ευκαιρία να χορέψει η μουσική μαζι της και οχι αυτη με την μουσική.

 Στον κενο χώρο κατω στα ποδια της ειχε ενα χαρτάκι.
Το ξεδίπλωσα και το διάβασα.

"Δεν εισαι φτιαγμένη για να γινεις τέλεια"

 Το έσκισα χίλια κομμάτια, έκλεισα το μουσικό κουτί και το κατέβασα απο το πατάρι.
Έπειτα το αφησα πλάι στο παράθυρο. Η μουσική που ακουγόταν σε ηχό στο πατάρι πλεον καλυπτόταν απο τον ήχο της βροχής και των κεραυνών.

 Η μπαλαρίνα ξεπρόβαλε για ακομα μια φορά, ομως κατι ηταν αλλιώτικο.
Επιτελους ο χορός της δεν έμοιαζε κουρασμένος και μονότονος και η ιδια δεν ηταν πλεον κουρασμένη. Ενιωθε τέλεια ακομα και αν δεν ηταν φτιαγμένη για να γίνει. 
Αυτο αρκούσε, για εμένα αλλα και για αυτη. 

 Εδω ηταν το μερος της, μπροστα στο υγρασιασμενο παράθυρο ενος κρύου μεσημεριανού. Δεν ηταν φτιαγμένη για σκόνες και σκοτάδια. 

Τοτε κατάλαβα οτι το άλφα που ειχε πανω η κούτα σήμαινε αναμνήσεις. 
Αλλα αφου καθε νόμισμα εχει δυο όψεις συμφωνήσαμε να το αποκαλέσουμε παρελθόν.

 Εσυ πόσο όμορφα χορεύεις;

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Είσαι


Εισαι το πιο δύσκολο παζλ μου
Εισαι ενα βιβλιο που δεν θελω να τελειώσει ποτε
Εισαι το φως που μπαινει απο τα κλειστά παραθυρόφυλλα τις μεσημεριανές ώρες
Εισαι οι δείκτες στην πυξίδα και στο ρολόι μου
Εισαι το τσιγάρο που μου λείπει 
Εισαι η αγαπημένη μου οδός στην μίζερη αυτη πολη 
Εισαι ο λόγος που φαίνονται οι φλέβες μου
Εισαι ο καφές μου
Εισαι η ευχή μου πριν πέσω για υπνο 
Εισαι η σκέψη μου οταν ξυπνήσω 
Εισαι το χαμογελο μου 
Εισαι η πιο πρωτότυπη ιδέα μου 
Εισαι οι σταγόνες στο ντους μετα απο μια βρόμικη μερα
Εισαι το αεράκι στην έρημο
Εισαι η σκονη στην σοφίτα
Εισαι ο εφιάλτης που δεν θα με πείραζε να ξαναδώ
Εισαι το καμένο φιλμ μιας φωτογραφίας που τράβηξα απο ψηλά
Εισαι κόκκινο φως
Εισαι ενας ραγισμένος καθρέφτης
Εισαι μια σπασμένη κλεψύδρα 
Εισαι η ταινια που θα δω τόσες φορές 
Εισαι το τραγούδι που θα ακούσω άλλες τόσες
Εισαι ολα αυτα


Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015

Ξέρω οτι ενοχλώ


 Δεν θυμώνω, μην αγχωνεστε.
Ειναι ενας συνδυασμός απογοήτευσης και πάθους.
Οταν ο δυναμισμός υπερέχει της υπομονής μου και η σιγουριά μου για το ποσο δίκιο εχω με κανει να φωνάζω. 

Το ξερω οτι ενοχλεί η φωνη μου αλλα βαριέστε να διαβάζετε.
Ακούστε με που και που, θα σας βγει σε καλό.
Δεν λεω οτι τα ξερω ολα αλλα ειμαι σίγουρος για αυτα που ξερω και ισως αξίζω απλα μια προσπάθεια.

 "Οχι οχι πες μου και αλλα", ειπες καθώς γυρνούσες το κεφάλι να ακούσεις κάποιον που με διέκοψε στην μοναδική πρόταση που προσπάθησα να σταυρώσω.

 Αλλιώς γιατι να μιλήσω και γιατι να εκφράσω γνώμη;  

 Αν θελετε το βουλώνω και απαντάω καταφατικά σε καθε σας πρόταση. Οτιδήποτε λεω, δεν βγαίνει με κακία αλλα με ειλικρίνεια. Αν ήθελα να γινω κακος δεν θα το έλεγα σε εσάς αλλα σε όλους τους αλλους. 

 Αν ομως παψω, τοτε δεν θα μιλήσω ξανα. Μην το μετανιώσετε γιατι θα κάνετε κακο σε εσάς και ξερω ποσο πολυ σας αγαπάτε.

 Ευχαριστω για την προσοχή σας.

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Ψάχνοντας τον Παλιάτσο



 Ηταν μια φορά ενας παλιάτσος χαζός, πόσο μάλλον πονηρός.
Ηταν μόνος του στο πλήθος και του πληγώθηκε το ήθος.
Του είπε ο βασιλιάς να γελάει πιο πολυ αλλιως θα απολυθεί.
Η φιγούρα του θα αλλάξει, ο λαός θα νευριάσει.
Θα του κόψουν το κεφάλι. Θα λιποθυμήσει μες στην ζάλη.
Θα τον γαργαλησουνε μέχρι θανάτου και θα τρυπήσουνε τα αυτιά του.

 Ο παλιάτσος τρομαγμένος σαν φυτό θαμμένος, φοβήθηκε πολυ, πωπω καταστροφή.
Είδε τον καθρέφτη και σκέφτηκε πως η στιγμή του εχει έρθει.
Πήρε μια στροφή, ύψωσε την φωνή και ειπε:

 Οχι ετσι δεν το αφήνω. Δεν ειμαι αστείος μοναχα οταν πίνω.
Θα βάλω τα καλα μου και θα αφήσω σπίτι τα μυαλά μου.
Θα κουβάλησω μαχαιράκι και θα χάραξω ενα αυλάκι. 
Κανεις δεν θα με αγγίξει, το στόμα μου θα αφρίσει.
Η απομόνωση θα υπάρξει αλλα με την δικια μου τάξη. Κανεις δεν θα με αλλάξει. Καλυτερα τον ήλιο να κοιτάξει. Και αν απολυθώ, ας φύγω πρώτα εγω.

 Και εγινε λοιπον γραφέας. Και έγραφε με πένα το αστείο καθε ημέρας.
Μια ιστορια της καδενας που δεν την πιάνει πια κανένας. 
Μου την έφερε εδω μπροστά μου και εγω βρήκα τα λογικά μου.

 Την ζωή μου σαν και αυτόν θα ζήσω, και ας πηξω.
Μια συνήθεια της τρέλας να πεθαινεις πριν καταλάβεις οτι εισαι τρελός.
Το βιβλιο αυτο θα το κρατήσω ακομα και οταν ψοφήσω. 
Με το αίμα μου θα γραψω σαν τελειώσει το μελάνι.
Και μετα με κρασί.

 Θα γελάμε όλοι μαζί.

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Δεν θα χαθούμε


 Σε μια μεγάλη πόλη όπου τα στενά στένευαν μέρα με την μέρα.
Ίσως θα ηταν καλυτερα να πω βράδυ με το βράδυ, μιας και φως δεν υπηρχε.
Οι γωνιές βρομουσαν σαπίλα, τα καλώδια έτριζαν, τα μαύρα σύννεφα κάλυπταν τις κορυφές των ετοιμόρροπων πολυκατοικιών, κάνοντας με να καταλάβω τι σημαίνει πως η καταστροφή ειναι μια μορφή δημιουργίας.

 Μια μαύρη φιγούρα, μάλλον καποιος τύπος, χώθηκε σε ενα απο τα στενά με το λιγδιασμενο πλακόστρωτο και χάθηκε στο περιβάλλον του. 
Ξεπρόβαλε απο το σκοτάδι γιατι αρχισε να ανεβαίνει μια σκάλα που έδενε την πολυκατοικία, η οποία ηταν φωτισμένη απο έναν σπασμένο και με θαμπό γυαλί προβολέα που ειχαν βάλει οι ένοικοι για να "διώχνει" τους κλέφτες.

 Ο τύπος με σκυμμένο το κεφαλι ειτε για να βλέπει που παει ειτε γιατι δεν πήγαινε πουθενά, έφτασε στην αγαπημένη του ταράτσα. 
Στο μερος όπου είδε να του σφαγιάζουν τον ουρανο και να τρέχουν καταρράκτες τα αίματα και να του το παρουσιάζουν σαν όμορφο ηλιοβασίλεμα. 
Στο μερος όπου πηρε τις σημαντικότερες αποφάσεις και απέτυχε να τις πραγματοποιήσει. Εκει που οι διάλογοι ηταν τελικά μονόλογοι. Εκει που έπρεπε να πάρει την τελευταία του πρωτοβουλία.

 Πλησίασε στην άκρη της ταράτσας και σιγουρεύτηκε οτι ηταν αρκετά ψηλά καθώς η ομίχλη έκρυβε το πεζοδρόμιο. Στάθηκε στην άκρη και έκανε ενα βήμα στο κενο, ή τουλάχιστον ετσι πίστευε μέχρι που κατάλαβε πως ακούμπησε το πόδι του σε ενα απο τα καλώδια ρεύματος που συνδεόταν με την απέναντι πολυκατοικία.

 Η ζωή του έβαζε παιχνιδια και αυτός δεν ειχε τιποτα να χάσει.  

 Αρχισε να ισορροπεί πανω στο καλώδιο κάνοντας ενα βήμα την φορά χωρις να ηταν σίγουρος το τι προσπαθούσε να κανει. Για πρώτη φορά στην ζωή του κοίταξε μπροστά του αντι για κατω ή για πίσω του και τοτε την είδε. Δεν ήξερε πως την έλεγαν, δεν την ειχε δει ποτε του και δεν της ειχε μιλήσει ποτε του. Η γυναικεία σιλουέτα πλησίασε ακροβατώντας και αυτη στο καλώδιο. Αναγνωρίστηκαν και κάθισαν πανω του. Δεν ειχε χώρο να προχωρήσει κανένας απο τους δυο. Ενας δρόμος, διαφορετικές κατευθύνσεις.
Δεν θα χαθούμε. Θα παγώσουμε εδω. 

 Αυτο ηταν το σχέδιο.

 Αλλα οι μέρες περνούσαν, τα κορμιά κουράστηκαν και οι δύο τους κρεμάστηκαν απο το καλώδιο, περιμένοντας. 

Τι περίμεναν; Εσυ να μου πεις.

Τρίτη 25 Αυγούστου 2015

Μια βόλτα στο μυαλό σου


Ακολούθησα τον λαγό εν γνώση μου μα δεν ειδα το λαγούμι και σκόνταψα.
Έπεσα μεσα του και βρέθηκα στο μυαλό σου, μονο φως ή μονο σκοτάδι. Δε υπηρχε ενδιάμεσο. 

 Περπάτησα λοιπον για λιγο στον δρόμο που φτιάχτηκε για εμένα,
χαζεύοντας εικόνες που παγωσες αποκαλώντας τες αναμνήσεις. Εχεις όμορφες αναμνήσεις. Φαινεται στο πρόσωπο σου αγαπητή μου. Φαινεται στις γωνιές των χειλιών σου, στην καυλα των ματιών σου, στο δέρμα που κλείνεσαι.

 Έφτασα σε ενα μπαρ. Στην εξώπορτα ειχε ενα λιοντάρι να το φυλάει και απο μεσα ακουγόταν μουσική. Τανγκό πρέπει να ήτανε. 
Το λιοντάρι δεν θα με άφηνε να μπω, για αυτο άλλωστε ειχε βαλθεί
εκει. Απλα ηθελα να σου πω οτι το τανγκό δεν χορευεται με έναν. Δεν χρειαζεται να χορέψεις με εμένα τον ιδιο, χόρεψε με το λιοντάρι, ετσι κιαλλιως εγω δεν ξερω να χορεύω. Το λιοντάρι θα τα παει καλυτερα. Όπως και να εχει, μην χορεύεις μονη.

Δεν πρόλαβα καλα καλα να σκεφτώ τις σκεψεις μου στις σκεψεις σου και σκέψου πως τοτε αρχισε να βρέχει και να βρέχει και να βρέχει τοσο που ολος ο κοσμος σου πλημμύρισε. 

 Δεν ειχε κύματα ευτυχώς, μέχρι που ήρθαν τα πανω-κατω. Κυριολεκτικά. Τούμπα σου λεω. Προσπαθούσα να βγω στην επιφάνεια και οταν πια τα κατάφερα όλη η επιφάνεια του νερού ηταν καλυμμένη με χιόνι που ακομα και οταν αυτο βυθιζόταν δεν έλιωνε μεσα στο νερό. 

 Παγωμένο το νερό, παγωμένο το χιόνι, παγωμένη η καρδια σου και φυσικα εγω.
Ενα πράγμα δεν πάγωσε. Μια στιγμή μαζι σου. Μια εικόνα μαζι σου, μια ανάμνηση σου.
Να κανω βόλτες στον κοσμο σου, να ξερεις οτι βρέθηκα τυχαία εδω, μα παρείσακτος δεν ειμαι.

 Τελος πάντων, παω να βρω τον λαγό, καλησπέρα σου.




Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Το Δύστυχο Happy End


Προσπάθησε να με ακολουθήσεις γιατι ειναι περίπλοκο.
Αρχη, μέση, τελος.
Σωστά;
Λάθος.
Μεγάλο λάθος.
Δεν υπάρχουν ολα σε καθε ιστορια.
Μπορει να μην υπάρξει και τιποτα.
Προσπαθούσα να το καταλάβω και νομίζω πως φτάνω.
Δεν ειναι υποκειμενικό το ζήτημα αλλα μπορει να υπαρχει ιστορια αποσπώντας κομμάτια της τριαδας. 
Οι αποφάσεις ειναι πολυ εύκολες οταν ξερεις που πατάς, αν μιλαμε για εμένα. Επιτελους λόγια σταράτα. 
Επιτελους πήρα τις λεπτομέρειες αφήνοντας την ουσία γιατι στην τελική οι λεπτομέρειες έχουν την σημασια.
Απέσπασα κομμάτια της, αγκάλιασα τις ιδέες της, την σκέψη της και εκεινη.
Έφυγαν τα αποθυμενα.
Μίλησα και άκουσα.
Τα είπαμε για πολυ ώρα δεν λεω.
Απο τα ωραιότερα όνειρα που εχω δει.
Παει τελείωσε, την επόμενη φορά το επόμενο.
Ειμαι ικανοποιημένος.
Μπορει να μην κλείδωσα την πόρτα αλλα την έκλεισα.
Ο "εγωισμός" δεν ειναι μια λεξη που με χαρακτηρίζει.
Θα εχω να θυμάμαι το μάλλον τελευταιο φιλί με γεύση κόκα κολα που εγω σε εκανα να εχεις, και μια ερώτηση... 
Τα ματια σου έγιναν γκρίζα, ηταν λόγο αυγής ή το οφείλεις σε εμένα;
Ας κλείσω με απουσιοποιητικα λοιπον για να εξηγήσω τα παραπάνω.
Όπως έκανες και εσυ άλλωστε...


Παρασκευή 17 Ιουλίου 2015

Μην φοβάσαι



 Κρύος ιδρώτας, ανατριχίλες, ταχυκαρδια με αρυθμία και ανάγκη να μείνεις σιωπηλός ή να ουρλιαξεις στο ύψος της φωνής σου. Τρεμεις, πλυμμυριζεσαι απο ενέργεια αλλα δεν μπορείς να κουνηθεις. Φόβοι. Άτιμοι. Υπάρχουν παντού. Πραγματικά παντού. Ειναι απίστευτο. Και μετά αναρωτιόμαστε γιατι ζούμε στο άγχος. Αλλα δεν ειναι όλοι οι φόβοι ίδιοι.

 Εκανα μια βόλτα στον δρόμο. Άκουσα για ενα αγόρι που φοβάται λεει να της μιλήσει. Άκουσα για μια γυναίκα λεει που φοβόταν να πάρει το μετρό μετά τις εννιά. Άκουσα εκείνο το παιδι που φοβόταν οτι δεν θα μπορέσει να κανει ποτε φίλους. Άκουσα για γονείς που φοβόντουσαν να στείλουν το παιδι τους σε δημόσιο σχολειό... Αυτα ακούστηκαν σε μια δεκάλεπτη βόλτα. Φαντάσου πόσοι φόβοι δεν διατυπώνονται. Φαντάσου για εκείνους που υποτηθεται οτι εξαφανίστηκαν επειδή μεγάλωσαμε. Πως νιώθεις στο σκοτάδι;

 Κανεις δεν φοβάται το σκοτάδι. Φοβάται αυτο που κρύβει μεσα του. Τι κρύβει; Τιποτα συνήθως. Μπορει και τα παντα. Μπορει ο φόβος για το σκοτάδι να μας εχει μείνει απο την προϊστορία όπου το σκοτάδι έκρυβε όντως κινδύνους. Αλλα τωρα; Θα ένιωθα πιο ήρεμος αν τα παιδιά ηταν επίσης ηρεμα στην παρουσία του. Γιατι ολα τα παιδιά φοβούνται το σκοτάδι και τι βλέπουν απο όσα δεν βλέπουμε εμείς; Τόσα μας έχουν αφηγηθει. Αλλα ελπίζουμε στο οτι η φαντασία τους καλπάζει. Περίεργο, γιατι η φαντασία βασίζεται στην λογική η οποία τους λείπει. Ειναι τυχαίο πως αυτο το συναίσθημα αυξάνεται τοσο πολυ οταν μένουμε μόνοι μας;

Αλλα μην φοβάσαι, ειμαι εδω. Εκτός και αν φοβάσαι εμένα...

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Στα νευρα μου



 Γύρισα σπίτι, έπιασα ακουστική κιθαρα και αρχίσα να χτυπάω τις χορδές δυνατά. Άλλαζα συγχορδίες. Άρχισα να φωνάζω δυνατά αυτο που σκεφτόμουν, ο,τι δεν σκεφτόμουν. Ο,τι δεν είπα ενώ έπρεπε να το είχα πει.

Οι ομοικαταληξιες έβγαιναν εύκολα, ο τόνος δεν υπήρχε ή δεν τον πρόσεχα. Μακάρι να είχα κάποιον να γράψει αυτα που φώναζα, μακάρι να τα θυμώνουν όπως μίλησα την πρώτη φορά ώστε να τα αποτυπώσω σε εσένα αγαπητό ημερολόγιο.

Να τα θυμάμαι για παντα, για να τα τραγουδάω για παντα...
Να μου θυμίζω τι σημαίνει θλίψη και θυμός. Υπάρχει άραγε λεξη για τον συνδυασμό αυτών των δυο συναισθημάτων; Να την επινοήσω εγω ή δεν θα με αφήσουν;
Αφήστε με μια φορά να κανω αυτο που θελω. Αν άκουγαν αυτα που ούρλιαζα θα με είχαν γεμίσει αγκαλιές, φιλια, ποτά, τσιγάρα, μαξιλάρια, φωτιές και κουβέρτες.

Οχι ομως, κανεις, εκει. Ενα μονο απαλό χτύπημα στην πλάτη απο την Μοναξιά.
Αν γυρνούσα, ήξερα οτι θα την έβλεπα φάτσα φορά, πανέμορφη.
Με κόκκινο κραγιόν, κόκκινο φόρεμα, κόκκινα τακουνια αλλά πουτανα γεμάτη κόκκινες πληγές. Αν και δεν γύρισα ποτε να την δω ήξερα πως χαμογελούσε, σχεδόν γλυκά. Δεν την φαντάζομαι έτσι..... Έτσι ειναι.

 Και πάνω που είχα αρχίσει να νοιωθω ποιητης, η αδελφή μου μπαίνει στο δωμάτιο.
Τελειώνεις με αυτές τις βλακείες ή δεν θα με αφήσεις να διαβάσω ποτε;

Μιλάει η Λογική



Έσφιξα δυνατά τις γροθιές. Τα δόντια μου έτριζα περισσότερο απο οταν βλέπω καποιον εφιάλτη. Δεν ήθελα να δώ κανέναν μα ήθελα να δώ τους πάντες. Ήθελα να δώ μονο ένα άτομο ή ισως ηταν το μοναδικό άτομο που δεν ήθελα να δώ. Έβριζα ενώ μου έλεγαν ηρεμησε. Τότε άρχισε το προβλεπόμενο.

Άρχισα να γελάω. Άρχισα να γελάω τοσο δυνατά, τοσο υστερικα, τοσο αβίαστα που οποίος γελούσε το έραψε. Είπαν πως τρελάθηκα. Ισως αυτη να ειναι αλήθεια. Αλλα προτιμώ  να λεω πως απλα βρηκα τον τροπο μου. Είχα συναισθήματα. Τα ένιωθα στο στήθος μου. Τοσο έντονα που πήραν φωτιά και αυτο φαινόταν στα ματια μου μιας και έλαμπαν. Φαινοταν στο χαμόγελο μου που τρεμοπαιζε.
Σε καταστάσεις που δεν βρίσκεις λογική υπάρχει μονο ένας τρόπος αντιμετώπισης- η τρέλα, απάντησε η λογική. 

Να την ακούς. Αυτη ξερει καλύτερα. ΑΚΟΥ ΤΙΣ ΦΩΝΕΣ και σωπασαι.... μιλαει η λογική...

ΧΑΧΑΧΑ