Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

Στη Χώρα του Πάντα


Καλημέρα καλησπέρα και όνειρα γλυκά. 
Για κοιμησου δε θα πάμε μακριά.
Είναι λέει ένα δάσος κάπου στα βουνά με μιλούνια ξωτικά.
Έχουν στα χέρια πουγκιά γεμάτα φλουριά,
ανταλλαγμένα από μάγισσες για λίγα φτερά αγγέλων, 
για να τους κλέψουν λίγη ομορφιά.

Εδώ στη χώρα του Πάντα όπου η ζωή μας μετράει ψεγάδια,
τι ειναι όνειρο στα αλήθεια, ούτε στα πιο βαριά μας ξενύχτια, 
όπου η μέρα δεν ξημερώνει και το φεγγαρι με στοιχειώνει.

Άνθρωποι υπάρχουν κάνουν τους αμνούς,
κλεισμένοι σε τοίχους προσποιούνται τους θεούς.
Νεράιδες με λάμψη θαμπή, για μια ανάσα βγαίνουν, ξαναμπαίνουν. Γιατι... 

Γιατί με κομμένα φτερά πλέον περπατάνε, 
επειδή τους απαγορεύτηκε λέει να πετάνε,
μα πως γερασμένα τρολλακια ψάχνουν θησαυρούς,
ενώ ακόμα δε βρήκαν τους ίδιους τους τους εαυτούς, μ' ακούς;

Πεσμένα μήλα δαγκωμένα καταγής γιατί ο κυνηγός μας βγήκε χασικλής.

Εδώ στην χωρα του παντα όπου η ηθική μας πονάει τα βράδια, τι είναι άβυσσος στα αλήθεια, ούτε στα πιο ψυχρά μας παραμύθια, όπου το όνειρο τελειώνει και ο κάθε μύθος  σκοτώνει, βουλιάζοντας και λιώνοντας στο χιόνι.

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

Κλειδωμένος απ' έξω


Θέλω μια ταράτσα και ηλιοβασίλεμα. Όχι, μαλλον κάνε το λίγο πιο σκούρο. Πιο μωβ, ένα σύννεφο εκεί παρακαλώ. Σπάσε με μια στάλα κόκκινο το σημείο εκείνο. Κάνε την ατμόσφαιρα πιο υγρή. Αν μπορείς τώρα δώσε μου και ατομα που χαμογελάνε οταν με κοιτάνε, που έχουν ιδέες αλλα δεν τους πειράζει αν δε μιλάνε. 

Αν δεν μπορείς άσε με μόνο μου. Δώσ' μου ένα ποτήρι κρασί κι ένα τσιγάρο. Αν είναι το τελευταίο σου τότε κράτα το. Ύψωσε μου πολυκατοικίες. Θέλω να ακούσω το παιδί που μαθαίνει κιθάρα, να δω την κοπέλα να γδύνεται, να δω αυτόν που με κοιτάει και αναρωτιέται τι κοιτάω. Θέλω να δω το παιδί που πέταξε το βιβλίο των μαθηματικών στο πάτωμα και έπιασε να διαβάσει ένα άλλο κιτρινισμένο. Να δω έναν άντρα να ροχαλίζει και τη γυναίκα του να τον χαζεύει χαμογελώντας. Δώσε μου λόγους και ζωή.

Θέλω να χαζεύω. Θέλω να ειμαι μόνος μου αλλα να μην είμαι. Όμως όλα αυτα ειναι πολυτέλειες. Τα παραθυρόφυλλα των πολυκατοικιών και των ανθρώπων κατεβασμένα και εγώ ήδη εχω ζητήσει τόσες χάρες.

Ο καθένας έχει το δικό του παράδεισο κι αυτός είναι ο δικός μου. Θα σε άφηνα να μπεις αν δεν ήμουν κι εγω ο ίδιος κλειδωμένος απ’ έξω.