Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016

Αυτός ο κόσμος αλλάζει;

Δε χρειάζεται να με πιστέψεις.

Ένα νέο κοκαλιάρικο παιδί, χωρίς ιδιαίτερες εμπειρίες κοιτώντας με κιάλια και αλαζονικό ύφος κάθε σοφία που θα του φέρει ο χρόνος μαζί με τις πληγές που θα του χαρίσει.

Τι να πιστέψεις απ’ αυτό; Ότι θα αλλάξει τον κόσμο; Εσύ ο ίδιος δεν μπόρεσες. Ποιος; Εσύ! Που θεωρείς τον εαυτό σου τόσο μεγάλο και τρανό. Τόσο σπουδαίο και μεγαλωμένο απ’ το χώμα.

Φώναζες πως ο κόσμος δεν αλλάζει μόνο από ένα άτομο. Κάπου εκεί χαμένος στην πορεία τα παράτησες γιατί δε σε βοηθούσε κανείς.

Άφησες όλα τα βάρη σου και πήγες και αγκάλιασες τους ως τότε εχθρούς σου. Βαρέθηκες να είσαι το κορόιδο και να σε κοροϊδεύουν.

Τώρα παίρνεις το μέρος τους και κοροϊδεύεις αυτούς που σε αντικατέστησαν. Μάγκας.

Το ονόμασες και ωριμότητα πανάθεμά σε.

Και τώρα έρχεσαι και ρωτάς πώς γίνεται αυτός ο νεαρός να αλλάξει τον κόσμο ενώ εσύ απέτυχες παταγωδώς. Να, δε θα το κάνει.

Απλά θα φτιάξει έναν δικό του. Δε θα έχει μέσα κανέναν σας. Δε θα του λέτε τι να κάνει και πώς να το κάνει.

Δε θα τον σταματήσει κανείς. Όταν όλοι ζητάτε τη βοήθειά του θα σκεφτεί αν θα σας τη δώσει. Πόσο προσπάθησες αλλά και πόσο άλλαξες αγαπητέ προδότη των ονείρων σου;


Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

Η Τελευταία Μέρα της Ανθρωπότητας

Ο ουρανός σκοτείνιασε, τα λουλούδια σάπισαν. Η θάλασσα αγρίεψε, τα αστέρια φοβήθηκαν και κρύφτηκαν πίσω από το φεγγάρι κι αυτό με τη σειρά του, πίσω απ' τον ήλιο που κουράστηκε να πετάει φωτιές.

Οι άνθρωποι αναστατωμένοι και απεγνωσμένοι. Τελευταία μέρα για όλους μας. 

Και τι θα γίνει;

Κάποιοι έτρεξαν να πηδήξουν όποιον βρουν μπροστά τους, βίαζαν σε κάθε στενό.
Άλλοι ψάχνοντας απεγνωσμένα τον έρωτα είπαν όσα δεν μπορούσαν να πουν όσο πίστευαν πως υπάρχει και το αύριο. 

 Είχε και αυτοκτονίες με. Είχε και δολοφονίες γιατί κάθε νόμος έσπασε εκείνη την ημέρα. Οι νεκροί πολλαπλασιάστηκαν καθώς υπήρξαν κι αυτοί που δεν είχαν νιώσει ποτέ  χαρούμενοι και έπεσαν στα πιο δυνατά ναρκωτικά λες και θα έκλεβαν λίγη ζωή παραπάνω. Να προλάβουν να ζήσουν.

Οι εκκλησίες γέμισαν με μια προσπάθεια ψεύτικης εξομολόγησης. Τώρα το θυμήθηκαν πως η ψυχή τους είναι σάπια. Οι γονείς έψαχναν τα παιδιά τους ενώ τα παιδιά τους φίλους τους γιατί αυτοί τους είχαν στηρίξει περισσότερο.

Εγώ καθόμουν σε μια ταράτσα ενός εγκαταλειμμένου σπιτιού καταγράφοντας τα γεγονότα.

 Άξιζε. Όχι επειδή τελικά δεν ήταν η συντέλεια του κόσμου, αλλά για να δείξω πως αφήνουμε τον χρόνο να περνάει γιατί πάντα θα πιστεύουμε ότι έχουμε κι' άλλο.

Κουνήσου και πράξε. Άσε τους εγωισμούς και το αύριο και κάνε τώρα αυτό που θες να κάνεις. Γιατί αν δεν το κάνεις, το τέλος του κόσμου για εσένα, έχει ήδη φτάσει.


Φως είναι αυτό;



Τετάρτη 6 Ιουλίου 2016

Να με συγχωρείς

Σε είχα πάει στο ψηλότερο σημείο, μακριά από την πόλη που τα φώτα της θύμιζαν ετοιμοθάνατες πυγολαμπίδες καθώς τρεμόπαιζαν. Τώρα θα χαθούν σου έλεγα.

Εσύ χαιρόσουν με την ιδέα πως θα χαθούν. Σου άρεσε το σκοτάδι. Μα τα αστέρια ήταν αμέτρητα και το φως τους δεν έλεγε να σβήσει. Θυμάμαι πως σε ενοχλούσε και ενώ νόμιζα ότι μου έδειχνες εκείνα, εσύ απλά άπλωνες το χέρι σε ένα αεροπλάνο που χανόταν ανάμεσα τους.

Εκεί ήθελες να πας. Ας μην έφτανες ποτέ και πουθενά.
Πού να πήγαινες άλλωστε;

Θυμάμαι να σου χαϊδεύω τα μαλλιά ενώ αυτά λάδωναν. Θυμάμαι που σου έπαιρνα δώρα και φαινόμουν τόσο κακός. Η αγάπη δεν εξαγοράζεται. 

«Είσαι η πιο όμορφη κοπέλα που γνώρισα ποτέ μου». 
«Μη με συγκρίνεις».

Εγώ σε αγκάλιαζα και εσύ ίδρωνες. Εγώ σε φιλούσα αλλά τα ξερά χείλη δεν ικανοποιούν κανέναν. Πώς να ικανοποιήσουν εσένα πριγκίπισσα;

Και όταν σε αγκάλιαζα όταν κοιμόσουν για να κάνεις τα πιο γλυκά όνειρα, εσύ δεν μπορούσες καν να κοιμηθείς. Πόσο σκληρός είναι ο κόσμος. Πόσες λάθος πράξεις μπορώ να κάνω κατά λάθος;

Μα δεν έχει σημασία τι έγινε επίτηδες και τι όχι. Να, λαδωμένη, βρομερή, υποτιμημένη, απογοητευμένη και άυπνη. Σε κατέστρεψα ομορφιά μου. Το ξέρω.

Να με συγχωρείς.