Ποτέ δεν ήταν εκεί για εμένα.
Μόνο το σκισμένο μου σφουγγάρι που μάζεψε λάσπη και πίσσα. Κι αν δεν κάνει αυτό, τότε τι κάνει;
Δεν μπορώ να το χάσω αυτο, καθώς τρέμω στη σκέψη ότι αν ζούσα έξω από εμένα τότε το πέτρινο κάστρο που έχτιζα όλα αυτά τα χρόνια, με υπομονή χωρίς αντάλλαγμα και εφιάλτες χωρίς ύπνο, θα κατέρεε.
Σκόνη, στάχτη, ομίχλη.
Τότε δε θα είχα κάπου να μείνω, ζωντανός και ασφαλής. Δε με παίρνει.
Πρέπει να κρατήσω κάτι δικό μου. Στην πραγματικότητα είμαι ένα τίποτα.
Για αυτο όταν χάνομαι, σε παρακαλώ, άσε με, γιατί μόνο έτσι βρίσκομαι. Μπορεί να είμαι μόνος μου, αλλά θα έχω εμένα.